Ένιωσε ξαφνικά
σαν να ήταν θεατής της ίδιας του της ζωής. Σαν να μην ήταν αυτός που μόλις είχε
χάσει το φίλο του, αλλά κάποιος άλλος. «Πάει ο Περικλής», σκέφτηκε μόνο.
Ύστερα, σαν
αστραπή πέρασαν από το μυαλό του σκηνές της προηγούμενής του ζωής, της ζωής του
με τον Περικλή: η πρώτη φορά που συναντήθηκαν, στην πρώτη τάξη του δημοτικού,
μικρά παιδιά και οι δύο, εκείνος ήθελε να γίνει πιλότος, ο Περικλής ήθελε να
γίνει ποδοσφαιριστής… Η μέρα που ο φιλόλογος απέβαλε τον Περικλή από την τάξη,
επειδή την ώρα του μαθήματος εκείνος άκουγε τον αγώνα Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού
στο μικρό, κόκκινο τρανζιστοράκι του… Είχε λόξα με το ποδόσφαιρο… Η μέρα που
βγήκαν τα αποτελέσματα των εξετάσεων και ο Περικλής ήρθε όλος χαρά να του
ανακοινώσει ότι είχε περάσει δεύτερος στο Μαθηματικό της Αθήνας… Οι βόλτες που
έκαναν οι δυο τους στην Πλάκα, συζητώντας για το πώς θα έφτιαχναν τον κόσμο… «Βεντούζα
μου», τον αποκαλούσε και εκείνος θύμωνε. Όμως, έκρυβαν τόση αγάπη αυτές οι δύο
λέξεις! Ποτέ πια δε θα τις ξανάκουγε, και σίγουρα ποτέ πια ειπωμένες με τον
ίδιο τρόπο…
Δε θα τον
ξανάβλεπε τον Περικλή, δε θα του ξαναμιλούσε. Κι όμως, αισθανόταν μουδιασμένος,
δεν μπορούσε να νιώσει τίποτα περισσότερο από μια μεγάλη απορία. Ποιος τον
σκότωσε; Πώς; Γιατί; Υπήρξαν μάρτυρες; Πώς ήξερε ο Περικλής τον αριθμό της πινακίδας
του αυτοκινήτου που τον είχε παρακολουθήσει; Και ποιος ειδοποίησε την Αντιγόνη
για τον θανάσιμο τραυματισμό του; Δεν ήταν λογικότερο να έχουν ειδοποιήσει τη
γυναίκα του; Και μια που ήρθε η κουβέντα, πού ήταν η γυναίκα του; Είχε πάει στη
μάνα της, που ήταν άρρωστη, του είχε πει ο Περικλής, αλλά τώρα πού ήταν; Και τα
παιδιά; Το ήξεραν τα παιδιά;
Η Τατιάνα δίπλα
του συνέχιζε να κλαίει, σιγά όμως τώρα. Να είχε στενοχωρηθεί τόσο πολύ ή απλώς
είχε τρομάξει; Ίσως, τελικά, τον αγαπούσε… Να τον αγαπούσε από τότε;
- Συγγνώμη,
ρώτησε μία νοσοκόμα που έβγαινε από την εντατική. Τη γυναίκα του την
ειδοποιήσατε;
- Φυσικά,
απάντησε εκείνη. Ήταν η πρώτη που ειδοποιήσαμε.
- Και
τότε, πού είναι;
- Έπαθε
νευρική κρίση και της κάναμε ηρεμιστική ένεση. Είναι μέσα σε εκείνο το δωμάτιο
και κοιμάται.
- Μπορώ
να πάω;
- Ναι,
φυσικά.
- Πάω
να δω τη γυναίκα του Περικλή, είπε στην Τατιάνα. Αν θέλεις, περίμενέ με εδώ.
Εκείνη κούνησε
το κεφάλι καταφατικά. Να δεις που τον αγαπούσε στ’αλήθεια.
Το δωμάτιο είχε
τρία κρεβάτια. Στο ένα, στο βάθος, ένας νεαρός με το δεξί πόδι και το δεξί χέρι
στο γύψο, έβλεπε τηλεόραση. Γύρισε και του έριξε μια ματιά. Ο Βεντούζας
χαιρέτησε κουνώντας το κεφάλι. Ο νεαρός γύρισε στην τηλεόραση.
Το μεσαίο
κρεβάτι ήταν άδειο, αλλά καθόταν μια γυναίκα. Η γυναίκα του Περικλή κοιμόταν
στο πρώτο κρεβάτι.
- Γεια σας,
του είπε η γυναίκα. Είστε φίλος του Περικλή;
- Ναι,
είπε εκείνος προσπαθώντας να θυμηθεί αν την είχε ξανασυναντήσει.
- Είμαι
η κουνιάδα του, συστήθηκε εκείνη.
- Μάριος
Βεντούζας, συστήθηκε αυτός. Πώς είναι η Ελένη;
- Όπως την
βλέπετε. Έπαθε σοκ μόλις έμαθε ότι χτύπησαν τον Περικλή. Ήρθε άρον άρον από τη
μαμά και μόλις έμαθε την κατάσταση στην οποία τον έφεραν έπαθε κρίση και δεν
μπορούσε να την ηρεμήσει κανείς. Ήρθα και εγώ να την προσέχω.
- Ο
Περικλής πέθανε, είπε διστακτικά.
- Ναι, μου
το είπε ο γιατρός, μόλις πριν από λίγο. Θα της το πω όταν ξυπνήσει, συμπλήρωσε
κοιτάζοντας την αδερφή της.
- Τα
παιδιά το έμαθαν;
- Είπα
στον άντρα μου να πάει να τα πάρει, τον έναν από τα Αγγλικά και τη μεγάλη από
το φροντιστήριο. Του είπα να τους πει ότι είχε ένα ατύχημα. Πώς να τους πούμε
αυτό που πραγματικά συνέβη;
Ο Βεντούζας
κούνησε το κεφάλι.
- Κύριε
καθηγητά, ακούστηκε μια αντρική φωνή.
Γύρισε και είδε
ένα γνώριμο πρόσωπο.
- Τι
κάνετε; συνέχισε ο νεαρός που είχε μπροστά του.
- Α, εσείς,
είπε ο Βεντούζας, που θυμήθηκε από πού τον ήξερε. Πάλι σας έστησα στο ραντεβού μας,
κύριε…
- Μπάσσης,
Δημήτρης Μπάσσης, συστήθηκε εκείνος. Δεν πειράζει, ούτε και εγώ μπόρεσα να έρθω
εχθές. Ο φίλος μου – και έδειξε το νεαρό στο κρεβάτι – είχε ένα τροχαίο και
τρέχαμε στα νοσοκομεία.
- Μπάσσης;
Με τον τραγουδιστή έχετε κάποια σχέση;
- Α,
όχι, απλή συνωνυμία. Εξάλλου, εκείνος είναι Μπάσης με ένα σίγμα, εγώ είμαι
Μπάσσης με δύο…
«Αδιάφορο»,
σκέφτηκε να πει αλλά το κράτησε για τον εαυτό του.
- Σιδερένιος,
ευχήθηκε στο νεαρό, που δε γύρισε ούτε να τον κοιτάξει.
- Εσείς
για ποιο λόγο είστε εδώ; ρώτησε ο Δημήτρης Μπάσσης με τα δύο σίγμα.
- Ένας φίλος
μου… πέθανε.
- Ζωή
σε εσάς. Ατύχημα;
- Ναι,
είπε νιώθοντας τουλάχιστον γελοίος για το ψέμα που έλεγε.
- Λυπάμαι,
συνέχισε ο νεαρός φοιτητής. Ακούστε, το ξέρω ότι ίσως το μέρος δεν είναι κατάλληλο,
αλλά μήπως θα μπορούσαμε να κανονίσουμε κάποιο νέο ραντεβού για να μιλήσουμε
για την πτυχιακή μου;
- Ναι,
είπε αφηρημένα. Υπάρχει κάτι που θα σας ενδιέφερε;
- Ξέρετε,
εμένα πάντα με ενδιέφερε η μυθολογία των Βόρειων χωρών. Σκεφτόμουν, λοιπόν,
κάποιου είδους συγκριτική μελέτη. Το ξέρω ότι εσείς είστε ιστορικός, αλλά θα
μπορούσα να συμπεριλάβω και το ιστορικό πλαίσιο στη μελέτη, τι νομίζετε εσείς;
- Σας ενδιαφέρει
η μυθολογία των Βόρειων χωρών; ρώτησε ο Βεντούζας, που σαν να ξύπνησε από
λήθαργο.
- Είναι
το πάθος μου, για να είμαι ακριβής, είπε εκείνος.
- Με τους
γρίφους πώς τα πάτε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου