Ο καθηγητής Μάριος Βεντούζας (τι όνομα αλήθεια κι αυτό) κοίταξε έξω από το παράθυρο. Τι θόρυβος ήταν αυτός;
Να δεις που πάλι η σπιτονοικοκυρά του βριζόταν με την απέναντι. Τόσα χρόνια που τις άκουγε και ακόμα δεν είχε καταλάβει τι ήταν αυτό που τις χώριζε. Προφανώς, κάποια ιστορία από το παρελθόν, τότε που αυτός ακόμα δεν είχε έρθει στην Αθήνα, τότε που ίσως ήταν ακόμα μαθητής στο σχολείο του στην Καστοριά. Πόσο του έλειπε η Καστοριά! Του έλειπε η ηρεμία της λίμνης, που ως δια μαγείας διαπότιζε όλη τη ζωή εκεί. Του έλειπαν οι αργυροπελεκάνοι, του έλειπε το φαγητό - της μαμάς του, φυσικά -, μέχρι και το κρύο του έλειπε.
Κοίταξε και πάλι το γράμμα που κρατούσε στα χέρια του. Τι περίεργο γράμμα ήταν αυτό! Ποιος του το έστελνε, άραγε; Ο γραφικός χαρακτήρας του ήταν άγνωστος. Τα γράμματα ήταν όμορφα, στρογγυλά και στρωτά, οι γραμμές ισαπείχαν μεταξύ τους, δεν ανέβαιναν προς τα πάνω ούτε κατέβαιναν προς τα κάτω.
- Εξαιρετικά πειθαρχημένος χαρακτήρας, σκέφτηκε, αν και οι γνώσεις που είχε περί γραφολογίας περιορίζονταν στο γεγονός και μόνο ότι η γραφολογία υπάρχει.
Ξανακοίταξε και το φάκελο που περιείχε το γράμμα. Κανένας αποστολέας, μόνο η δικιά του διεύθυνση επάνω. Η λέξη "αεροπορικώς" ήταν γραμμένη με το χέρι, με το ίδιο χέρι που είχε γράψει και το γράμμα. Μόνο πως ήταν γραμμένη λάθος, "αεροπορικός".
Το χαρτί ήταν καλής ποιότητας, ίδιο με το χαρτί της επιστολής. Χοντρό και ευχάριστο στην αφή. Το χρώμα του ήταν λευκό, ελαφρώς εκρού. Κλασσική επιλογή.
Τι ήθελαν από εκείνον; Ποιος του έστελνε αυτό το περίεργο γράμμα; Τι δουλειά είχε αυτός με τους μύθους των Βορείων, με αυτόν τον - πώς τον είπαμε; - τον Σνόρρι Στούρλουσον (ωραίο όνομα και αυτό!) και τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες; Αυτός ήταν ένας απλός λέκτορας της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο.
- Λάθος θα είναι, σκέφτηκε, αλλά η διεύθυνση επάνω στον φάκελο διαφωνούσε εντόνως.
Ξαναδιάβασε μια φορά το γράμμα, αλλά οι απορίες του παρέμειναν το ίδιο άλυτες. Το όλο κείμενο έμοιαζε με αίνιγμα. Πήρε ξανά στα χέρια του το φάκελο και τον άνοιξε, μήπως υπήρχε και άλλη σελίδα. Μέσα στο φάκελο υπήρχε ένα χαρτί. Πώς δεν το είχε δει προηγουμένως; Τώρα θα λύνονταν οι απορίες του, επιτέλους!
Έβγαλε το χαρτί, και το ξεδίπλωσε. Ήταν λευκό, κατάλευκο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου