Ανέβηκε τρέχοντας τα λίγα μαρμάρινα
σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη βενετσιάνικη θύρα του σπιτιού. Μια πανύψηλη και τοξοειδής ξυλόγλυπτη
πόρτα τον χώριζε από την συνάντησή του με τη Λιλήθ που την φαντάστηκε, όπως τότε,
να ανοίγει την πόρτα φορώντας μόνο εκείνο το νεγκλιζέ ρομπάκι, σε χρώμα λιλά, που
φορούσε πριν από κάθε ερωτική τους επαφή. Ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται
από αγωνία, το χέρι του βρήκε ασυναίσθητα το κουδούνι και το βλέμμα του καθώς
βρισκόταν στο ίδιο ύψος με το χάλκινο ρόπτρο της πόρτας, έπεσε πάνω στο
λιοντάρι που καταβρόχθιζε τον κρίκο, ένιωσε ξαφνικά πως εκείνος ήταν ο κρίκος
και πως δεν είχε κάνει καθόλου καλά που είχε χτυπήσει το κουδούνι της παλιάς
του ερωμένης, όμως ήταν πλέον αργά: η Λιλήθ στεκόταν ήδη μπροστά του.
-Τι κάνεις εσύ εδώ; πρόλαβε να ψελλίσει προτού ανοίξει για τα καλά την πόρτα και μπει μέσα στο σπίτι της, σχεδόν χωρίς να έχει καταλάβει αν πραγματικά το ήθελε ή μήπως περίμενε για
έναν ανεξήγητο λόγο αυτήν την επίσκεψη.
Ο καθηγητής Βεντούζας προχώρησε
διερευνητικά και κάπως γρήγορα προς το εσωτερικό του σπιτιού. Πίστευε πως
κάποιος θα βρισκόταν εκείνη την ώρα στο σπίτι μαζί της, πίνοντας καφέ ή ίσως κάποιο απεριτίφ στο σαλόνι, ενώ θα αντάλλαζαν κουβέντες για το πώς είχαν
περάσει τη μέρα τους.
-Θα μου πεις επιτέλους τι
συμβαίνει; τον ρώτησε αρκετά ενοχλημένη, πώς μπόρεσες να ξανάρθεις στο σπίτι
μου; Αυτή τη φορά το βλέμμα της έδειχνε και οργή και φόβο μαζί.
Ο Βεντούζας μπερδεύτηκε ακόμη
περισσότερο. Αν και ξεκίνησε αποφασισμένος να βρει απάντηση στο γρίφο που συνόδευε το γράμμα, να ανακαλύψει τι κρυβόταν πίσω από τους αριθμούς 8 και 2
στα λευκά χαρτάκια, αλλά και να δώσει μια ευλογοφανή εξήγηση στην συμπεριφορά
εκείνης της μυστηριώδους γυναίκας που του πήρε τελικά το γράμμα έτσι
εκβιαστικά, βρέθηκε χαμένος μέσα στον προσωπικό του λαβύρινθο.
Δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη.
Χωρίς να απομακρύνει το βλέμμα του από πάνω της, πλησίασε προς το μέρος της και
την φίλησε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου